15 Οκτ 2012

Ο Μακεδονικός Αγώνας 1904-1908


Μια από τις μεγάλες εποποιίες του νεωτέρου ΕλληνισμούΣτις 13 Οκτωβρίου, 106 χρόνια από τον θάνατο του εθνομάρτυρα Παύλου Μελά, τιμήσαμε την επέτειο μιας από τις λαμπρότερες σελίδες της ιστορίας του Έθνους - τον αιματηρό και πολύπλευρο αγώνα του Μακεδονικού Ελληνισμού για τη διασφάλιση της εθνικής του ταυτότητας και την απόκτηση της ανεξαρτησίας τουΑποδώσαμε, επίσης, την οφειλόμενη τιμή στους ήρωες Μακεδονομάχους.
Όλους εκείνους, Μακεδόνες και εθελοντές από κάθε μεριά της Ελλάδας, που έλαβαν μέρος στη σκληρή σύγκρουση της περιόδου 1904-1908.
Η έντονη και ολοκληρωτική ένοπλη δράση που χαρακτηρίζει την περίοδο αυτή, ήταν απλά η τελευταία φάση ενός μακρότατου αγώνα που διήρκεσε δεκαετίες ολόκληρες. Ο Μακεδονικός Αγώνας άρχισε ουσιαστικά το 1870, χρονιά ίδρυσης της βουλγαρικής Εξαρχίας, η οποία σύντομα μεταβλήθηκε σε κέντρο εθνικής βουλγαρικής προπαγάνδας.
Η προσπάθεια των Βουλγάρων ξεκίνησε με ειρηνικά μέσα και απέβλεπε στο να πείσει τους κατοίκους της Μακεδονίας να υπαχθούν στη σχισματική βουλγαρική Εκκλησία, με απώτερους φυσικά γεωπολιτικούς στόχους. Η προπαγάνδα γινόταν στις εκκλησιές και τα σχολεία, με ιερείς και δασκάλους που στέλνονταν από τη Βουλγαρία.
Οι Έλληνες αντέδρασαν με τα ίδια μέσα: περισσότερα σχολεία και εκκλησιές, ιερείς και δασκάλους. Μεγαλύτερη δραστηριότητα στον πολιτιστικό τομέα, με ίδρυση σωματείων φιλεκπαιδευτικών, μορφωτικών, μουσικών.
Η αφοσίωση του κλήρου στο Oικουμενικό Πατριαρχείο αποτελούσε στοιχείο συσπείρωσης του ελληνορθόδοξου ποιμνίου γύρω από την "ελληνική ιδέα". Για τον λόγο αυτό το Οικουμενικό Πατριαρχείο τοποθετεί στη Mακεδονία φωτισμένους και δυναμικούς ιεράρχες, οι οποίοι με το θάρρος και το φρόνημά τους πέτυχαν να αντιστρέψουν το κλίμα. Aνάμεσά τους μερικές σημαντικές προσωπικότητες όπως ο Γερμανός Kαραβαγγέλης στην Καστοριά, ο Xρυσόστομος στη Δράμα, μετέπειτα μαρτυρικός Μητροπολίτης Σμύρνης, ο Γρηγόριος στη Στρώμνιτσα.
O ρόλος των εκπαιδευτικών ήταν εξίσου σημαντικός με εκείνον των κληρικών. Η σταθερή λειτουργία σχολείων σε αμφισβητούμενες περιοχές ήταν ένδειξη ελληνικού φρονήματος και πρόκριμα για την τελική ελληνική επικράτηση. Ήταν μια δουλειά μόνον για αφοσιωμένους πατριώτες. Νεαροί Μακεδόνες δάσκαλοι και δασκάλες βρέθηκαν στη γραμμή του πυρός. Αποτελούσαν εγγυημένους συνδέσμους και πληροφοριοδότες, ήταν τα πλέον κατάλληλα μέλη για τις «εθνικές επιτροπές», με σημαντική επιρροή στις ελληνικές κοινότητες.
Μπροστά στη σθεναρή αντίδραση των Ελλήνων της Μακεδονίας, η Βουλγαρία αποφάσισε τη χρήση βίας για τη μεταστροφή του εθνικού φρονήματος των κατοίκων. Tην άνοιξη του 1895, ένοπλες βουλγαρικές ομάδες συνολικής δύναμης περίπου 600 ανδρών, μπήκαν στη Mακεδονία με σκοπό την κατατρομοκράτηση ιερέων, δασκάλων, επιστημόνων και γενικά των προσώπων με επιρροή στις τοπικές κοινωνίες.
Στο διάστημα από το 1897 μέχρι τον Νοέμβριο του 1904, δολοφονήθηκαν μόνον στις περιοχές της Δυτικής και Κεντρικής Μακεδονίας, πάνω από 500 Έλληνες, μεταξύ των οποίων αρκετοί ιερείς και δάσκαλοι. Ταυτόχρονα με την τρομοκρατική δράση των συμμοριών, πράκτορες και ηγετικά στελέχη των Βουλγάρων, προβαίνουν σε έντονη προπαγάνδα προς τους κατοίκους.
Ενώ, όμως, η Σόφια κατηύθυνε πλέον την προσπάθεια εκβουλγαρισμού της Μακεδονίας, η Αθήνα παρέμενε σε αδράνεια και οι Έλληνες της Μακεδονίας είχαν αφεθεί στην τύχη τους, μη έχοντας όχι μόνο υλική βοήθεια, αλλά ούτε ηθική υποστήριξη. Είναι αλήθεια ότι η ελεύθερη Ελλάδα βρισκόταν ακόμα σε αδυναμία να βοηθήσει. Αντιμετωπίζοντας τις συνέπειες του ελληνο-τουρκικού πολέμου του 1897, ήταν διστακτική να αναμιχθεί στη διαμάχη για τη Μακεδονία.
H διστακτική στάση των Αθηνών, ανάγκασε τον Eλληνισμό της Mακεδονίας να αντιδράσει δυναμικά. O ενθουσιώδης και φλογερός πατριώτης, Μητροπολίτης Kαστοριάς Γερμανός Kαραβαγγέλης οργανώνει ανταρτικά σώματα με ντόπιους οπλαρχηγούς, με πρωτοπόρο τον γενναίο Μακεδόνα καπετάν Κώττα. Ζητά την συνδρομή του «εθνικού κέντρου» αλλά η Αθήνα κωφεύει. Δεν εγκαταλείπει όμως την προσπάθεια! Γράφει πύρινα άρθρα στις αθηναϊκές εφημερίδες. Έρχεται σε επαφή με τον Ίωνα Δραγούμη και τον Παύλο Μελά, οι οποίοι ανταποκρίνονται και του αποστέλλουν, από το 1903, οπλισμό και εθελοντές, κυρίως Κρήτες.
Ταυτόχρονα, με πρωτοβουλίες μεμονωμένων εκπροσώπων του ελληνικού κράτους, κυρίως στα Προξενεία Μοναστηρίου και Θεσσαλονίκης, επιτυγχάνεται η συσπείρωση του ντόπιου πληθυσμού σε οργανώσεις άμυνας, ιδιαίτερα στα αστικά κέντρα. Πρωτοπόρος ο Ίων Δραγούμης, υποπρόξενος στο Μοναστήρι, που δραστηριοποιείται προς κάθε κατεύθυνση και με τις περιοδείες του σ' ολόκληρη την Μακεδονία, προετοιμάζει το έδαφος για το μεγάλο ξεσηκωμό...
Η κατάσταση στην Αθήνα αρχιζει να αλλάζει με την πρωτοβουλία μερικών ιδιωτών και στρατιωτικών. Νεώτεροι διπλωμάτες, απλοί ιδιώτες, δημοσιογράφοι, λογοτέχνες, και αξιωματικοί του ελληνικού στρατού, ενεργώντας μόνοι τους και χωρίς κρατική εντολή, πηγαίνουν στη Μακεδονία, στις αρχές του 1903, βλέπουν την κατάσταση και επιστρέφοντας στην Αθήνα δίνουν το σήμα του συναγερμού. Ακούγονται οι λόγοι του Ίωνα Δραγούμη που καλούσε όλους τους Έλληνες, για τη σωτηρία της Μακεδονίας: «Να ξέρετε», έλεγε, «πως, αν τρέξουμε να σώσουμε τη Μακεδονία, η Μακεδονία θα μας σώσει.»
Αρχίζει πια στην Ελλάδα να κατανοείται η σημασία του Μακεδονικού Αγώνα. Αντιλαμβάνεται την κατάσταση και η ελληνική κυβέρνηση και αποφασίζει να δράσει. Τοποθετεί ως προξένους ανθρώπους που θα πάρουν ενεργό μέρος στον αγώνα. ΤονΔημήτριο Καλλέργη στο Μοναστήρι, με υποπρόξενο τον Ίωνα Δραγούμη, τον Λάμπρο Κορομηλά στη Θεσσαλονίκη και τονΑντώνιο Σαχτούρη στις Σέρρες.
Έλληνες αξιωματικοί μεταβαίνουν στη Μακεδονία, και, είτε τοποθετούνται ως Γραμματείς στα ελληνικά προξενεία, για τον συντονισμό του αγώνα, είτε αναλαμβάνουν την οργάνωση και την ηγεσία ενόπλων τμημάτων που μάχονται στη Μακεδονία, με σκοπό να προστατεύσουν τον ελληνικό πληθυσμό και να τονώσουν το εθνικό του φρόνημα.
Παράλληλα, οργανώνεται ένα περίπλοκο σύστημα προώθησης ανδρών και οπλισμού μέσω των ελληνο-τουρκικών συνόρων, ενώ σε αρκετές πόλεις της ελεύθερης Ελλάδας ανοίγουν γραφεία στρατολόγησης εθελοντών, καμουφλαρισμένα ως γραφεία ταξιδίων. Είχε φθάσει η ώρα της ελληνικής αντεπίθεσης.
Στον αγώνα για την Μακεδονία συστρατεύτηκαν όλοι οι Έλληνες, που προσέτρεξαν από όλα τα μέρη της Ελλάδος, με πρώτους τους Κρητικούς και τους Μανιάτες, για να βοηθήσουν τους Μακεδόνες αδελφούς τους στο σκληρό και άνισο αγώνα τους. Αναμεσά τους, πρωτοπόροι, δεκάδες νέοι αξιωματικοί του Ελληνικού Στρατού αλλά και του Ναυτικού, αρκετοί από τους οποίους έδωσαν τη ζωή τους για τη Μακεδονία, με χαρακτηριστικές τραγικές και συνάμα ηρωϊκές φιγούρες, τον Παύλο Μελά και τον Τέλο Άγρα.
Οι τρεις αποστολές του Παύλου Μελά στη Μακεδονία το 1904 έχουν περάσει στη σφαίρα του θρύλου. Με φυσική καλοσύνη και ευγένεια, πατριωτισμό που ξεχείλιζε, εντυπωσιακό παρουσιαστικό, γενναιόδωρος και καταδεκτικός, κέρδιζε όλες τις εντυπώσεις. Στις 13 Οκτωβρίου 1904, τουρκικά αποσπάσματα περικύκλωσαν το τμήμα του στο χωριό Στάτιστα της Καστοριάς (που σήμερα φέρει το όνομά του) και, σε αναμέτρηση που έγινε εκεί, τον τραυμάτισαν θανάσιμα.
O Παύλος Mελάς δεν ήταν βέβαια ούτε ο πρώτος ούτε ο τελευταίος νεκρός του Mακεδονικού Aγώνα. Η αυτοθυσία του όμως, ενήργησε ως καταλύτης, εμπνέοντας και άλλους εθελοντές, που έσπευσαν από την ελεύθερη Eλλάδα, για να σμίξουν με τους Mακεδόνες αντάρτες.
Ιδιαίτερη ένταση είχε πάρει ο αγώνας στη Δυτική Μακεδονία, στο Βιλαέτι του Μοναστηρίου, το οποίο περιλάμβανε γενικώς τις περιοχές του Μοναστηρίου, της Φλώρινας και της Κοζάνης. Το Μοναστήρι ήταν έδρα τουρκικού σώματος στρατού, έδρα του ελληνικού προξενείου και άτυπου αρχηγείου για τα ελληνικά μαχόμενα τμήματα στην περιοχή, έδρα της βουλγαρικής προπαγάνδας για ολόκληρη σχεδόν τη Μακεδονία, πεδίο, συνεπώς, σφοδρού ανταγωνισμού μεταξύ Βουλγάρων και Ελλήνων.
Σκληρότατος ήταν επίσης ο αγώνας στην ελώδη λίμνη των Γιαννιτσών, σημείο στρατηγικής σημασίας για τον έλεγχο των οδικών αρτηριών. Εκεί κυρίως αγωνίσθηκε ο ανθυπολοχαγός Tέλος Aγαπηνός (καπετάν Άγρας), που, με τη δόλια σύλληψή του, τον Ιούνιο του 1907, και τον απαγχονισμό του από τους Βουλγάρους έξω από την Έδεσσα, μαζί με τον Ναουσαίο συνεργάτη του Αντώνη Μίγκα, έμελλε να αναδειχτεί σε μια εξίσου με τον Παύλο Mελά, θρυλική μορφή τουMακεδονικού Aγώνα.
Από το 1906 ο τουρκικός στρατός ανέλαβε συντονισμένες εκκαθαριστικές επιχειρήσεις και περιόρισε αισθητά τη δράση των ενόπλων ομάδων, ελληνικών και βουλγαρικών. Πάντως κατά τη διετία 1907-1908 τα ελληνικά σώματα είχαν κερδίσει σημαντικό έδαφος σε όλη την έκταση της Μακεδονίας κατόρθωσαν σταδιακά να περιορίσουν τα βουλγαρικά ερείσματα και ν' αποκαταστήσουν την εθνολογική ισορροπία, διασφαλίζοντας είτε την παραμονή, είτε την επανασύνδεση με το Οικουμενικό Πατριαρχείο πολυάριθμων ελληνικών κοινοτήτων.
Η ευνοϊκή για τον Ελληνισμό έκβαση του Μακεδονικού Αγώνα οφείλεται κυρίως στη συντριπτική πληθυσμιακή και από κάθε άποψη υπεροχή του ελληνικού στοιχείου στην αμφισβητούμενη περιοχή, στη ζωτικότητά του και στη θέλησή του να αντισταθεί. Κατά την διάρκειά του ο Μακεδονικός Ελληνισμός υπέστη πολλές θυσίες σε ανθρώπους και περιουσιακά στοιχεία. Παρ' όλα αυτά, παρέμεινε ρωμαλέος και ανταποκρίθηκε πλήρως στο εθνικό του χρέος.
Ο Μακεδονικός Αγώνας έφερε την εθνική ανάταση, την αναπτέρωση του πεσμένου φρονήματος των Ελλήνων, από την ήττα του 1897, την απόκτηση και πάλι της αυτοπεποίθησής τους. Η Ελλάδα, ευθύς αμέσως πέρασε από τηνεπανάσταση του 1909 – στην οποία πήραν μέρος πολλοί Μακεδονομάχοι αξιωματικοί – για να ακολουθήσουν οι νικηφόροιΒαλκανικοί πόλεμοι του 1912-13, με τους οποίους και απελευθερώθηκε ένα μεγάλο τμήμα εκείνου του ευρύτατου γεωγραφικού χώρου, που από τα αρχαιότατα χρόνια ονομαζότανε Μακεδονία.
Παρά το πέρασμα του χρόνου, επιχειρείται και πάλι η νεκρανάσταση ενός νέου «μακεδονικού» ζητήματος, άσχετα αν αυτή τη φορά παίρνει, εξωτερικά τουλάχιστον, άλλη μορφή. Μέσα από την πλαστογράφηση της ιστορίας, επιδιώκεται η δημιουργία ενός τεχνητού κρατιδίου. Ενός κρατιδίου που… κλέβει για να επιβιώσει. Κλέβει όνομα, εθνικότητα, ιστορία. Οι μεγάλοι πιέζουν. Έχουν τους λόγους τους. Διότι χωρίς αμφιβολία, πρόκειται για λόγους πολιτικών σκοπιμοτήτων και γεωπολιτικών συμφερόντων. Δυστυχώς, η ελληνική εξωτερική πολιτική, εδώ και χρόνια, έχει υποχωρήσει στην πίεση, θα έλεγα παραδόθηκε άνευ όρων, συναινώντας στην παραχώρηση του ονόματος της Μακεδονίας με γεωγραφικό προσδιορισμό.
Οι Μακεδόνες από όλες τις γωνιές του Ελληνισμού, απαντούν και απαιτούν: καμμία παραχώρηση του ονόματος της Μακεδονίας. Είναι απαίτηση των ψυχών των Μακεδονομάχων. Δεν πρόκειται απλά για μια λέξη. Πρόκειται για παραχώρηση ιστορίας, παράδοσης, πολιτισμού, αλλά και των κυριαρχικών δικαιωμάτων των οποίων φορέας είναι το όνομα. Πρόκειται ουσιαστικά για συρρίκνωση του ελληνικού πολιτισμού.
Έναν και πλέον αιώνα μετά, η Μακεδονία θυμάται… και πανηγυρίζει …και προσκαλεί.
Θυμάται και τιμά, όλους εκείνους, Μακεδόνες και νοτιοελλαδίτες, στρατιωτικούς και διπλωμάτες, ιερείς και δασκάλους, ενόπλους ή αμάχους, που συστρατεύθηκαν στον πανελλήνιο αγώνα για τη σωτηρία της Μακεδονίας.
Πανυγυρίζει για μια από τις μεγάλες εποποιίες του νεωτερου Ελληνισμού
 saith.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

«Λίγο πριν πεθάνεις…»

Ο παππούς μου ήταν φυσικός. Ήταν και 96 χρονών (όπως ο Μητσοτάκης). Όταν τον ρωτούσαν πόσων χρονών είναι απαντούσε «χοντρικά… λίγο πριν π...